Μετά από περισσότερες από τρεις δεκαετίες συζητώντας σχετικά με τις δυνατότητες οικοδόμησης φιλικών προς το περιβάλλον κτιρίων, δεν έχουμε ακόμα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζουμε και κατασκευάζουμε οικοδομήματα. Συνέπεια αυτής της νοοτροπίας είναι ότι το δομημένο περιβάλλον δεν αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα για τη διαφυγή του πλανήτη μας από τις κλιματικές αλλαγές.
Η Γη έχει ήδη θερμανθεί γύρω στον 1 ° C από τον 19ο αιώνα και η θερμοκρασία εξακολουθεί να ανεβαίνει πλησιάζοντας να αγγίξει τους 2 ° C. Αυτός ο δεύτερος βαθμός πιθανόν να είναι ικανός να ωθήσει τον πολιτισμό στο χείλος της καταστροφής. Στην πρόσφατη έκθεσή της, η Διακυβερνητική Ομάδα του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή ζήτησε «επείγουσες και πρωτοφανείς αλλαγές» για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου (GHG) ώστε να αποφύγουμε την επίτευξη των 2 ° C.

Η C40, μια οργάνωση υπεράσπισης των αστικών κλιματικών αλλαγών, βασίστηκε στην ιδέα ότι οι πόλεις είναι ιδανικά τοποθετημένες για να σταματήσουν το φαινόμενο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Έτσι οι πόλεις αρχίζουν να αυξάνουν τις επίσημες πολιτικές δεσμεύσεις τους. Τον Ιανουάριο, το Βανκούβερ προσχώρησε με άλλες πόλεις που δηλώνουν κατάσταση κλιματικής έκτακτης ανάγκης, ένα μήνυμα ότι απαιτείται επείγουσα δράση.

Οι μηχανικοί, οι αρχιτέκτονες, οι σχεδιαστές και οι υπεύθυνοι για την ανάπτυξη – οι βιομηχανίες του δομημένου περιβάλλοντος – το γνωρίζουν αυτό. Η βιομηχανία δημιούργησε “το πράσινο κτίριο” πριν από περισσότερα από 30 χρόνια για να αποδείξει ότι τα κτίρια μπορούν να χρησιμοποιούν λιγότερη ενέργεια, να αποθηκεύουν ενέργεια και να παράγουν ακόμη και τη δική τους ενέργεια επί τόπου. Γνωρίζουμε ότι μπορεί να γίνει, αλλά χρειάζεται πολιτική ρύθμιση και κίνητρα για να γίνει η δουλειά ως συνήθως.

Τα ‘’πράσινα’’ κτίρια δε θα συμβούν από μόνα τους
Τα κτίρια ευθύνονται για το 40% των εκπομπών CO2 παγκοσμίως που σχετίζονται με την ενέργεια. Η Παγκόσμια Συμμαχία για τα Κτίρια και τις Κατασκευές αναφέρει ότι οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 στον κλάδο των κτιρίων αυξήθηκαν κατά 3% από το 2010.

Οι αρχιτέκτονες έχουν δει τα κτήρια ως πιθανή λύση στην κλιματική κρίση. Αντί να συνεισφέρουν σημαντικά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου βασιζόμενα στα ορυκτά καύσιμα, τα κτίρια δεν θα μπορούσαν μόνο να μειώσουν σημαντικά τη ζήτηση ενέργειας, αλλά θα μπορούσαν να παράγουν καθαρές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το δομημένο περιβάλλον πρέπει να είναι ουδέτερο σε άνθρακα έως το 2050, αν θέλουμε να περιορίσουμε το φαινόμενο του θερμοκηπίου κάτω από 2 ° C.

Προκειμένου να προωθηθούν τέτοιες ιδέες, η Architecture2030.org, μια ΜΚΟ με έδρα τις ΗΠΑ, εισήγαγε πρόσφατα το πρώτο εθνικό και διεθνές πρότυπο κατασκευής “μηδενικού κώδικα” για νέες κατασκευές. Επικεντρώνεται σε σχέδια για κτίρια υψηλής ενεργειακής απόδοσης που δεν χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα στη λειτουργία τους. Η οργάνωση εργάζεται στην Καλιφόρνια και την Κίνα για να εφαρμόσει την πολιτική στην πράξη.

Αν και το σχέδιο υπάρχει, η υλοποίηση είναι αργή. Οι υφιστάμενες κινήσεις για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου γίνονται εθελοντικά και δεν υπάρχει καμία ποινή για τη μη συμμόρφωση. Είναι δύσκολο να το ονομάσεις λοιπόν σχέδιο μετασχηματισμού.

Συμβιβασμός με τη μετριότητα
Στη Βόρεια Αμερική, τα περισσότερα ‘’πράσινα’’ κτίρια κρίνονται από ένα σύστημα πιστοποίησης που ονομάζεται Leed (Leadership in Energy and Environmental Design). Ωστόσο, ο πραγματικός αντίκτυπος του συστήματος αυτού στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου είναι αβέβαιος.

Βρήκαμε μόνο μία μελέτη αξιολόγησης από ομότιμους που δείχνει ότι τα προγράμματα Leed μειώνουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αντίθετα, δεκάδες άρθρα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το Leed είναι κατά κύριο λόγο ένα “εργαλείο δημοσίων σχέσεων” που προσφέρει το δέλεαρ της “μετρήσιμης δημοσιότητας” και της διοικητικής ευκολίας.

Η τέταρτη και η πιο πρόσφατη έκδοση του Leed αξιολογεί την ενεργειακή απόδοση ενός νέου κτηρίου μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής. (Διαφορετικά, η ενεργειακή απόδοση ενός κτιρίου αξιολογείται βάσει ενός προγνωστικού μοντέλου που βασίζεται στο σχεδιασμό του κτιρίου). Πρόκειται για μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση: η ενεργειακή απόδοση θα πρέπει να μετράται στα κτίρια που λειτουργούν.

Υπάρχει όμως μια παγίδα. Για νέες κατασκευές, είναι προαιρετικό. Για παράδειγμα αν οι καθηγητές έδωσαν στους φοιτητές ένα Α στην αρχή του εξαμήνου, με την επιλογή να αξιολογηθεί η απόδοσή τους στο τέλος του εξαμήνου, πόσοι θα εξακολουθήσουν με το Α; Ποια επίδραση θα έχει αυτό στη μάθηση;
Η απόδοση των κτιρίων που έχουν πιστοποιηθεί με Leed (και εκείνων που δεν έχουν ακόμη πιστοποιηθεί) αξιολογείται βάσει ιδιόκτητου συνόλου δεδομένων και τους δίδονται “Αποτελέσματα Arc”. Αυτή η διαδικασία αγκυροβολεί την πρόοδό μας σε μία αρχική βάση, όχι όμως στην κατασκευή ανεπανάληπτων διατηρητέων κτιρίων.

Αυτός ο εξορθολογισμός μπορεί να μας αφήσει να παρασυρθούμε από τις φιλοδοξίες μας. Όταν δεν υπάρχουν οι συνέπειες της αποτυχίας, θέτουμε τον εαυτό μας σε μία μετριότητα, και όχι στην πρόοδο. Εάν δεν γνωρίζουμε πώς τα κτίρια του Leed συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, δε μπορούμε να περιμένουμε ότι θα είναι λύση για την κλιματική κατάσταση.

Κυρίαρχη ηγεσία – μεγάλα βήματα
Ο Καναδάς δήλωσε ότι θα έχει έτοιμους οικολογικούς κώδικες με “καθαρό μηδενικό ενεργειακό αποτέλεσμα” μέχρι το 2030. Εδώ “έτοιμο” σημαίνει ότι τα κτίρια μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα αλλά θα διαθέτουν την υποδομή για να μεταβούν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η Βρετανική Κολούμπια έχει ήδη δρομολογήσει πρόγραμμα επιδότησης για την κατασκευή 15 με 20 από αυτά τα κτίρια.

Η προσέγγιση είναι συγκρίσιμη με την παραγωγή υβριδικών ηλεκτρικών οχημάτων ως μία πιο ευχάριστη, εμπορεύσιμη και βαθμιαία οδό αλλαγής. Στη Βρετανική Κολούμπια, όπου η υδροηλεκτρική ενέργεια είναι άφθονη, ένα υβριδικό όχημα παράγει 53 φορές περισσότερες εκπομπές από ένα πλήρως ηλεκτρικό. Οι εκπομπές GHG από τα κτίριά μας σε όλο τον κόσμο πρέπει να μειωθούν κατά 80-90% έως το 2050 από όσο εκπέμπουν σήμερα.

Έχουμε την ικανότητα να μειώσουμε τις εκπομπές CO2 από τα κτίρια στο μηδέν – ή κοντά σε αυτό. Αλλά είμαστε ακόμα μακριά από το να υποστηρίξουμε τον ισχυρισμό της C40 ότι οι πόλεις “λαμβάνουν τολμηρή δράση για το κλίμα, οδηγώντας το δρόμο προς ένα πιο υγιές και βιώσιμο μέλλον”.

Οι ευθύνες που επιρρίπτονται στο πετρέλαιο για την αλλαγή του κλίματος πληθαίνουν. Εάν επαναπαυθούμε σε μικρά βήματα όσον αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, οι βιομηχανίες του δομημένου περιβάλλοντος δεν πρόκειται να αλλάξουν.